Μ. Γ. ΒΑΡΒΟΥΝΗΣ
Καθηγητής Λαογραφίας Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης
Άρχων Προστάτης των Γραμμάτων της Α.Μ.τ.Χ.Ε.
Την Δευτέρα 18 Ιανουαρίου 2021, η Α.Θ.Π. ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος, χοροστάτησε κατά την θεία λειτουργία για την εορτή της συνάξεως των αγών Αθανασίου και Κυρίλλου, Πατριαρχών Αλεξανδρείας, στον πάνσεπτο Πατριαρχικό Ναό του αγίου Γεωργίου. Στην γεμάτη πατριαρχική λιτή μεγαλοπρέπεια αυτή λατρευτική σύναξη εκκλησιάστηκαν ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ιταλίας κ. Πολύκαρπος, ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Αλικαρνασσού κ. Αδριανός, ο Θεοφιλέστατος εψηφισμένος Μητροπολίτης Ισπανίας και Πορτογαλίας κ. Βησσαρίων, Άρχοντες Οφφικιάλιοι του Οικουμενικού Πατριαρχείου και πιστοί από την Πόλη.
Μετά την απόλυση ο Παναγιώτατος χειροθέτησε σε Μ. Αρχιμαμανδρίτη της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας τον Πανοσιολογιώτατο κ. Αγαθάγγελο Σίσκο, πρώην Βιβλιοφύλακα και νυν Αρχειοφύλακα του Οικουμενικού Πατριαρχείου και επί μία οκταετία ιερατικώς προϊστάμενο της Κοινότητας Νεοχωρίου Βοσπόρου, στην οποία προσέφερε πολλές και καλές πνευματικές και ποιμαντικές υπηρεσίες. Ενθυμούμαι, για παράδειγμα, ακόμη την εμπνευσμένη ομιλία του στην εκδήλωση για την παρουσίαση ενός κομψού και περιεκτικού τόμου που έχει επιμεληθεί, με τίτλο Ο πατριάρχης Σαμουήλ Χαντζερής και η κοινοτική εκπαίδευση στην Πόλη (Ρωμαίϊκη Κοινότητα Νεοχωρίου, Ιούνιος 2017), που έγινε στην Αθήνα στις αρχές του 2019, και στην οποία είχα κληθεί να πάρω κι εγώ μέρος [βλ. «Ο πατριάρχης Σαμουήλ Χαντζερής και η κοινοτική εκπαίδευση στην Πόλη», www. youtube. com (7 Μαρτίου 2019)].
Είναι απολύτως χαρακτηριστικά όσα ο Παναγιώτατος είπε κατά την προσφώνησή του προς τον χειροθετηθέντα κληρικό της Πατριαρχικής Αυλής, όπως άλλωστε αυτά έγιναν γνωστά και από τη σχετική εκκλησιαστική ειδησεογραφία: «Τώρα, με την επαξίαν προαγωγήν του Θεοφιλεστάτου εψηφισμένου Μητροπολίτου Ισπανίας και Πορτογαλίας, κενωθείσης της θέσεως του ημετέρου Αρχιμανδρίτου και Προϊσταμένου του Πανσέπτου Πατριαρχικού Ναού απεβλέψαμεν εις την Οσιολογιότητά σου και σε εκαλέσαμεν εκ του Καταστένου εις τον Κεράτιον, εκ της περιφερείας εις το Κέντρον, εκ της ηγιασμένης βασιλευούσης εις τα άγια των αγίων της πίστεως και του Γένους. Είσαι άξιος προς τούτο, άξιος της προαγωγής σου. Εδώ θα σεβασθής και θα τηρήσης εις το ακέραιον την τάξιν και το τυπικόν της Μεγάλης Εκκλησίας, θα το διδάξης εμπράκτως και επί καθημερινής βάσεως εις τους νεωτέρους αδελφούς σου της Αυλής, άπαντας προσφιλέστατα τέκνα εν Κυρίω της ημών Μετριότητος, και αυτού αργότερον εις άλλους, και ούτω θα συνεχίζεται αενάως η παράδοσις, η τάξις, η ευπρέπεια, η απλότης, η δωρικότης, η κατάνυξις των ιερών ακολουθιών του Πανσέπτου Πατριαρχικού Ναού, η οποία εντυπωσιάζει και συγκινεί, ως κατεφάνη κατά την περίοδον ταύτην της πανδημίας του κορωνοϊού, κατά την οποίαν χιλιάδες πιστών εις όλον τον κόσμον εγένοντο διά της τεχνολογίας κοινωνοί του μεγαλείου και της ιερότητος της ενταύθα λειτουργικής ζωής».
Αφού ο Παναγιώτατος αναφέρθηκε στην θεολογική παιδεία και την προσφορά στην ιερά επιστήμη του νέου Μ. Αρχιμανδρίτη, αλλά και στην προσφορά του στην κοινότητα Νεοχωρίου, τον προέτρεψε να συνεχίσει να εργάζεται με αφοσίωση σε όλους τους τομείς ευθύνης που του εμπιστεύθηκε η Μητέρα Εκκλησία, με τα ακόλουθα εμπνευσμένα λόγια: «Το μείζον είναι να είμεθα γνήσιοι Φαναριώται με πάθος διά το Φανάριον και δι' ό,τι αυτό σημαίνει, ενσαρκώνει, εκφράζει και κηρύττει και διαλαλεί ό,τι υψηλόν και άγιον και άξιον να αφιερωθή κανείς διά βίου εις αυτό. Άξιος!».
Και μόνο η αναφορά στα βιογραφικά του νέου Μ. Αρχιμανδρίτου δείχνει πόσο σοφή ήταν η επιλογή του, αλλά και πόσο δίκαιοι οι πατριαρχικοί λόγοι: ο Αγαθάγγελος (κατά κόσμον Ζήσης) Σίσκος γεννήθηκε το 1985 στην Καστοριά. Μετά την ολοκλήρωση της εγκύκλιας παιδείας του στην Καστοριά, συνέχισε τις λυκειακές του σπουδές στο Ενιαίο Εκκλησιαστικό Λύκειο Φλώρινας. Πραγματοποίησε τις θεολογικές του σπουδές με υποτροφία του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών στο Τμήμα Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης από το 2004 λαμβάνοντας αριστοβάθμιος το πτυχίο της Θεολογίας το 2008. Ακολούθως, παρακολούθησε το Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών του Τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ., λαμβάνοντας το 2011, αριστοβάθμιος επίσης, Μεταπτυχιακό Δίπλωμα στον Κλάδο της Συστηματικής Θεολογίας με ειδίκευση την Δογματική. Η μεταπτυχιακή διατριβή του είχε τίτλο «Ερωτικότητα, κινητικότητα και κοινωνικότητα του Θεού, κατά τον Άγιο Συμεών το Νέο Θεολόγο», ενώ κατά την διάρκεια των μεταπτυχιακών του σπουδών υπήρξε υπότροφος του «Κοινωφελούς Ιδρύματος Αλέξανδρος Σ. Ωνάσης».
Είναι ιδρυτικό μέλος και υπήρξε Πρόεδρος του Συλλόγου Μεταπτυχιακών Φοιτητών και Υποψηφίων Διδακτόρων του Τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. «Απόστολος Ιάσων ο Θεσσαλονικεύς», ως και μέλος του Συνδέσμου Υποτρόφων Ιδρύματος Ωνάση από το 2011. Τον Οκτώβριο του 2011 ξεκίνησε την εκπόνηση της διδακτορικής διατριβής του στο Τμήμα Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ., με θέμα «Η θέση του Ιερού Αυγουστίνου στη θεολογία του αγίου Γρηγορίου Παλαμά», υπό την επίβλεψη του Καθηγητού του Τμήματος Θεολογίας Α.Π.Θ. κ. Γεωργίου Μαρτζέλου. Η διατριβή του ολοκληρώθηκε, κρίθηκε και εγκρίθηκε πρόσφατα, στις 11 Ιανουαρίου 2011, αποσπώντας την επαινετική κριτική των καθηγητών που την εξέτασαν.
Παρότι νέος σε ηλικία, έχει ήδη διακρίσεις ακαδημαϊκής αριστείας: διακρίθηκε διεθνώς μετά από τη συμμετοχή του στον διαγωνισμό γραπτού δοκιμίου με θέμα «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη» (Glory to God and Peace on Earth) της Επιτροπής Νέων Echos στην Οικουμενική Κίνηση του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών (W.C.C.), κατά την διάρκεια των εργασιών της Διεθνούς Οικουμενικής Διασκέψεως της Ειρήνης του Π.Σ.Ε. (Κίνγκστον, Τζαμάικα, 17-25 Μαΐου 2011), όπου συμμετείχε ως μέλος της αντιπροσωπείας του Οικουμενικού Θρόνου.
Μάλιστα η μελέτη του αυτή δημοσιεύθηκε σε συλλογικό τόμο με τίτλο «Echos of Peace: Young christian voices from around the world» του Π.Σ.Ε. Παραλλήλως, έχει συμμετάσχει ως εισηγητής σε αρκετά συνέδρια στην Ελλάδα και το εξωτερικό και έχει συγγράψει και δημοσιεύσει επιστημονικά άρθρα θεολογικού και οικουμενικού προβληματισμού στα ελληνικά και αγγλικά. Μάλιστα ένα από τα συγγραφικά του έργα είχα την τύχη να παρουσιάσω εκτενέστερα [Εκκλησιαστικός Φάρος 89 (2018-2019), σ. 371-372]. Και βέβαια έχω πολλές καλές πληροφορίες για την διακονία του στην κοινότητα Νεοχωρίου, τόσο από ίδια πείρα, όσο και από πληροφορίες κοινών γνωστών μας και πρώην φοιτητών μου. Και τις εντυπώσεις μου αυτές δημοσίευσα παλαιότερα σε ευφήμως γνωστό έντυπο της πολίτικης ομογένειας [βλ. το άρθρο μου «Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Σαμουήλ Δ΄ ο Χαντζερής και η παιδεία του Γένους», Ο Πολίτης 625 (Μάιος 2019), σ. 13]. Συνεπώς έχω ιδία γνώση της προσφοράς, της όντως λιπαράς ακαδημαϊκής παιδείας, αλλά και της παρουσίας και του γνησίου ορθοδόξου ήθους του νέου Μ. Αρχιμανδρίτου της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας.
Αυτός λοιπόν ο εξαιρετικός νέος κληρικός επιλέχθηκε από τον Παναγιώτατο να πάρει στην πατριαρχική αυλή τη θέση του Μ. Αρχιμανδρίτη. Επιλέχθηκε να αποτελέσει του λοιπού τον κύριο θεματοφύλακα της λειτουργικής ευταξίας, της αρχοντικής και λιτής φαναριώτικης μεγαλοπρέπειας και του ορθόδοξου πατριαρχικού λειτουργικού ήθους. Ενός ήθους που ακτινοβολεί σε όλο τον κόσμο, και αποτελεί πραγματικό πρότυπο για την οικουμενική Ορθοδοξία, συνιστώντας πρότυπο αξιομίμητο, καθώς συμπυκνώνει ζωή δεκαοκτώ σχεδόν αιώνων, πείρα μακραίωνη και εμπειρία μαρτυρική και αγωνιστική. Και μιας παράδοσης που όλοι την γνωρίζουν και προσπαθούν να την επαναλάβουν, καθώς η όποια απομάκρυνση από αυτήν συνήθως καταλήγει σε μορφές τουλάχιστον αδόκιμες, εκδηλώσεις επίπλαστης δήθεν μεγαλοπρέπειας. Κι αυτό επειδή η όντως ορθόδοξη λειτουργική λαμπρότητα υπάρχει μόνο αν συνδυάζεται με την τάξη και την δωρική απλότητα, όπως ακριβώς είπε στην προσφώνησή του ο Παναγιώτατος, και όπως βιώνει ο προσκυνητής συνεχώς κατεξοχήν κοντά στην Σεπτή Κορυφή του Γένους, στο Φανάρι.
Μετά λόγου γνώσεως αναφωνούμε το «Άξιος». Ο νέος Μ. Αρχιμανδρίτης αποτελεί τον κατάλληλο διάδοχο αξίου κατά πάντα προκατόχου. Είναι επιφανές στέλεχος του φυτωρίου νέων εκκλησιαστικών ανδρών που ο Παναγιώτατος με υπομονή και συστηματικότητα έχει καλλιεργήσει στα χρόνια της θεοφιλούς πατριαρχίας του, προερχόμενος από την Καστοριά, του μακαριστού και πολύκλαυστου Μητροπολίτη της οποίας κυρού Σεραφείμ είθε να έχει την ευχή πάντοτε. Αποτελεί μια από τις πολλές ελπίδες του αειφεγγούς Φαναρίου, της Μητέρας Εκκλησίας, την παράδοση και το λειτουργικό ήθος της οποίας θα φεγγοβολεί και ο ίδιος στο εξής, παρά τους πόδας του Πατριάρχη του Γένους.
Πηγή
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου