«Τί σοι θέλεις ποιήσω; ὁ δέ εἶπεν· Κύριε, ἵνα ἀναβλέψω».
Μία συνάντηση περιγράφει ἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπή, μιά τυχαία ἀλλά σωτηριώδη συνάντηση.
Ὁ Χριστός πλησίαζε στήν Ἱεριχώ καί στόν δρόμο πρός τήν πόλη καθόταν κάποιος ταλαίπωρος ἄνθρωπος καί ζητοῦσε τήν ἐλεημοσύνη τῶν περαστικῶν. Ἦταν τυφλός καί γι᾽ αὐτό εἶχε τήν ἀνάγκη τῶν συνανθρώπων του. Ἦταν τυφλός καί δέν μποροῦσε νά διακρίνει ποιός περνοῦσε μπροστά του. Ἄκουσε ὅμως τόν θόρυβο τοῦ πλήθους πού συνόδευε τόν Ἰησοῦ καί θέλησε νά μάθει τί συμβαίνει. Καί ὅταν τοῦ εἶπαν πώς ὁ Χριστός εἶναι ἐκεῖνος πού περνᾶ, τότε ἄρχισε νά φωνάζει ζητῶντας νά τόν ἐλεήσει, παρότι πολλοί τόν ἐπέπλητταν καί τοῦ ζητοῦσαν νά σταματήσει.
Ἄν πρίν ἀπό λίγο οἱ φωνές τοῦ πλήθους ἔκαναν τόν τυφλό νά ἀντιληφθεῖ τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ, τώρα οἱ φωνές τοῦ τυφλοῦ κάνουν τόν Χριστό νά τόν προσέξει. Ζητᾶ νά τόν φέρουν κοντά του καί τόν ρωτᾶ τί θέλει νά κάνει γι᾽ αὐτόν. «Τί σοι θέλεις ποιήσω;»
Ἀφελής ἐρώτηση θά σκέφθηκαν ἴσως πολλοί. Τί μπορεῖ νά θέλει ἕνας τυφλός; Ὅμως ἡ ἐρώτηση τοῦ Ἰησοῦ δέν εἶναι τυχαία, δέν εἶναι ἀφελής. Ἄν ὁ τυφλός τοῦ ζητοῦσε μόνο μία ἐλεημοσύνη, πιθανόν ὁ Χριστός δέν θά τόν θεράπευε, γιατί δέν θά εἶχε ἐκπληρώσει τήν προϋπόθεση γιά νά γίνει τό θαῦμα. Καί αὐτή τήν προϋπόθεση διερευνᾶ ὁ Χριστός μέ τήν ἐρώτησή του: «Τί σοι θέλεις ποιήσω;»
Ἀσφαλῶς ὁ Χριστός δέν ἔχει ἀνάγκη τήν ἀπάντηση τοῦ τυφλοῦ γιά νά μάθει ποιές εἶναι οἱ ἐσώτερες σκέψεις του. Αὐτός πού «ἐτάζει καρδίας καί νεφρούς» γνωρίζει τί πιστεύει ὁ τυφλός πού βρίσκεται ἐνώπιόν του. Χρειάζεται ὅμως ὁ τυφλός νά τίς ἐξωτερικεύσει, καί γιά νά ἔχει καί ὁ ἴδιος τήν ἐπιβεβαίωση τῆς ὁμολογίας, ἀλλά καί γιά νά τόν ἀκούσει τό πλῆθος πού ἀκολουθοῦσε τόν Χριστό.
Ἡ ἀπάντηση τοῦ τυφλοῦ δέν ἀποδεικνύει μόνο τήν προσδοκία του νά δεῖ, ἀλλά καί τήν πίστη πού ἔχει γιά τόν Χριστό. Γιατί δέν ζητᾶ κανείς ἀπό κάποιον κάτι πού δέν μπορεῖ νά τοῦ προσφέρει.
Ὅταν ὁ τυφλός ζητᾶ ἀπό τόν Χριστό τό φῶς του, ὁμολογεῖ ταυτόχρονα ὅτι πιστεύει σ᾽ Αὐτόν, ὅτι πιστεύει πώς ὁ Ἰησοῦς ἔχει τή δύναμη νά κάνει τό θαῦμα καί νά τοῦ χαρίσει τήν ὅραση πού τόσα χρόνια εἶχε στερηθεῖ.
Καί ἡ πίστη εἶναι ἡ προϋπόθεση πού ζητᾶ ὁ Χριστός γιά νά κάνει τό θαῦμα. Μιά λέξη ἀρκεῖ, γιατί προηγεῖται ἡ πίστη, καί ἡ πίστη τοῦ τυφλοῦ ἐπιβεβαιώνεται ἀπό τόν ἴδιο τόν Χριστό. «Ἀνάβλεψον· ἡ πίστις σου σέσωκέν σε».
Ὁ Χριστός τό δηλώνει κατηγορηματικά: ἡ πίστη του ἦταν αὐτή πού ἔκανε τό θαῦμα. Ἡ πίστη ἦταν αὐτή πού τοῦ χάρισε τήν ὅραση. Ἡ πίστη ἦταν αὐτή πού τόν ἔκανε νά διακρίνει, ἄν καί τυφλός, αὐτό πού δέν μποροῦσαν νά διακρίνουν πολλοί ἀπό τούς Ἰουδαίους. Ἡ πίστη ἦταν αὐτή πού ἔκανε τόν τυφλό νά ἀναγνωρίσει στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ πού δέν ἔβλεπε τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, γιατί ἡ πίστη εἶναι, ὅπως γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «πραγμάτων ἔλεγχος οὐ βλεπομένων». Καί τό θαῦμα εἶναι, ἀδελφοί μου, πρᾶγμα «οὐ βλεπόμενον». Εἶναι κάτι πού δέν μποροῦμε νά τό δοῦμε, πού δέν μποροῦμε νά τό ἐξηγήσουμε, πού δέν μποροῦμε νά τό κατανοήσουμε. Καί γι᾽ αὐτό χρειάζεται ἡ πίστη.
Ἀδελφοί μου, ὁ τυφλός τῆς σημερινῆς εὐαγελικῆς περικοπῆς μᾶς δίνει τό μάθημα τῆς πίστεως. Πιστεύει καί σώζεται. Πιστεύει περισσότερο ἀπό ὅσο πίστευαν ὅλοι ἐκεῖνοι πού ἀκολουθοῦσαν τόν Ἰησοῦ στόν δρόμο πρός τήν Ἱεριχώ καί πού ἴσως τόν εἶχαν συναντήσει καί ἀκούσει πολλές φορές. Καί ἐνῶ ἐκεῖνοι προσπαθοῦν νά ἀποθαρρύνουν τόν τυφλό νά μήν πλησιάσει τόν Χριστό, ἐκεῖνος ἐπιμένει. Ἐκεῖνοι τόν γνώριζαν, ἀλλά προφανῶς δέν πίστευαν ὅτι μποροῦσε νά κάνει ἕνα τέτοιο θαῦμα. Ἐκεῖνος δέν τόν γνώριζε καί ὅμως πίστευε.
Αὐτό εἶναι τό μεγάλο μάθημα τοῦ ἀναβλέψαντος τυφλοῦ, ἀδελφοί μου. Πολλές φορές καί ἐμεῖς πού βρισκόμαστε κοντά στόν Χριστό, κοντά στήν Ἐκκλησία, νομίζουμε ὅτι πιστεύουμε, ἀλλά στήν πραγματικότητα δέν διαθέτουμε τήν ἀληθινή καί βαθειά πίστη πού ζητᾶ ὁ Χριστός. Καί ἄν δέν τήν διαθέτουμε, τότε δέν εἶναι δυνατόν νά σωθοῦμε, ἔστω καί ἐάν ζοῦμε μέσα στήν Ἐκκλησία καί ἄν ἐκκλησιαζόμαστε τακτικά, διότι ἡ σωτηρία μας εἶναι ἕνα θαῦμα πού ἐπιτελεῖ ὁ Χριστός γιά τόν καθένα μας. Εἶναι ἕνα θαῦμα σάν αὐτό πού ἐπιτέλεσε ὁ Χριστός στόν τυφλό τῆς Ἱεριχοῦς. Ὁ Χριστός ἀνοίγει καί σέ μᾶς τά μάτια ὄχι τοῦ σώματος ἀλλά τῆς ψυχῆς, γιά νά μποροῦμε νά δοῦμε τήν ἀλήθειά του, γιά νά μποροῦμε νά ἀπολαύσουμε τή δόξα του. Ἀνοίγει τά μάτια μας πού συσκοτίζονται ἀπό τήν ἁμαρτία καί μᾶς κάνει νά βλέπουμε τό φῶς του. Καί γι᾽ αὐτό τό θαῦμα ἀπαραίτητη προϋπόθεση εἶναι ἡ πίστη.
Ἄς μιμηθοῦμε, λοιπόν, ἀδελφοί μου, τό παράδειγμα τοῦ τυφλοῦ τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς καί ἄς προσπαθήσουμε νά αὐξήσουμε τήν πίστη μας, ὥστε νά ἀξιωθοῦμε νά ἀκούσουμε καί ἐμεῖς τή φωνή τοῦ Χριστοῦ: «ἀνάβλεψον· ἡ πίστις σου σέσωκέν σε».
Μητροπολίτης Βεροίας κ. Παντελεήμων
Πηγή
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου