ΠατερικήΘεολογία, 3ο Μέρος΄, Ὁμιλία στίς 07-09-2014
Εἴχαμε ἀρχίσει μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ νά μελετᾶμε καί νά σχολιάζουμε τό κατά δύναμιν κάποια σημεῖα ἀπό τό βιβλίο τοῦ π. Ἰωάννου τοῦ Ρωμανίδη, Πατερική Θεολογία. Θά πῶ λίγα λόγια γιά νά συνδέσω αὐτά πού θά ποῦμε σήμερα μέ τά προηγούμενα.
Ὁ σκοπός τῆς Ἐκκλησίας σύμφωνα μέ τούς Ἅγιους Πατέρες εἶναι ἡ θεραπεία τοῦ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί τά στάδια τῆς θεραπείας, ὅπως μᾶς τά καθόρισαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες εἶναι ἡ κάθαρση ἀπό τά πάθη μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ὁ φωτισμός τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί τό τρίτο στάδιο εἶναι ἡ θέωση, ἡ ἕνωση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό. Εἴπαμε ὅτι αὐτή ἡ θεραπευτική διασώθηκε στήν Ἐκκλησία καί κατεξοχήν στά μοναστήρια. Στήν ἀρχή αὐτή ἡ θεραπευτική μέθοδος ὑπῆρχε καί στίς ἐνορίες.
Οἱ πρῶτες ἐνορίες λειτουργοῦσαν ὅπως λειτουργοῦν σήμερα τά μοναστήρια. Εἶχαν κοινή ζωή, κοινή περιουσία, εἶχαν τόν Πνευματικό τους ὁδηγό, εἶχαν πολύ τακτικό κήρυγμα, πολύ τακτική Θεία Εὐχαριστία, Θεία Κοινωνία καθημερινά, εἶχαν ἄσκηση, ἐγκράτεια, ὅπως μᾶς τά περιγράφει πολύ καλά τό βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων. Ἀργότερα μπῆκε τό κοσμικό πνεῦμα καί ἀπό κάποιο χρονικό σημεῖο καί ὕστερα, ἡ Ὀρθοδοξία ἄρχισε νά ἀποκλίνει καί νά μπαίνει μέσα τό λεγόμενο ‘δυτικό πνεῦμα’, τό πνεῦμα τῆς Δύσης, τό ὁποῖο εἶναι πνεῦμα ἀντισταυρικό, πνεῦμα ἀντίθετο μέ τόν Σταυρό, δηλαδή ἕνα πνεῦμα ἄνεσης καί ἕνα πνεῦμα τό ὁποῖο ἀλλοιώνει τόν Θεό.
Λέγαμε ὅτι στή Δύση ἐπικρατεῖ μιά ἀντίληψη ὅτι ὁ Θεός ἀπαιτεῖ δικαιοσύνη καί, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἁμάρτησε, θίχτηκε ἡ παγκόσμια τάξη, ὁ Θεός προσβλήθηκε καί θά ἔπρεπε νά ἱκανοποιηθεῖ. Καί γιά νά ἱκανοποιηθεῖ, χρειαζόταν κάποια θυσία, κάποιο θύμα. Καί αὐτό τό θύμα, ἐπειδή δέν ἦταν ἀρκετό νά εἶναι ἕνας ἄνθρωπος, ἔγινε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ. Αὐτά λένε στή Δύση. Δηλαδή ὅτι ἱκανοποιήθηκε ὁ Θεός μέ τήν σταυρική θυσία τοῦ Υἱοῦ του κι ἔτσι πλέον ἔπαψε ἡ ὀργή Του.
Αὐτό βέβαια δέν εἶναι σωστό γιατί ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη. Εἶναι καί δικαιοσύνη, ἀλλά ὄχι μ’ αὐτή τήν ἔννοια. Καί ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ εἶναι πάλι ἀγάπη. Αὐτό τό πνεῦμα δηλαδή στή Δύση λέει ὅτι δέν πρέπει νά ἀλλάξει ὁ ἄνθρωπος οὐσιαστικά, ἁπλῶς νά γίνει λίγο καλύτερος. Νά κάνει καλές πράξεις καί νά γίνει αὐτό πού λέμε ‘καλό παιδί’. Κι, ἄν γίνει καλό παιδί, τότε ὁ Θεός τόν ἀγαπάει. Ἄν δέν εἶναι ὅμως καλό παιδί, τότε ὁ Θεός δέν τόν ἀγαπάει. Δηλαδή αὐτό πού ἀλλάζει δέν εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ἀλλά ὁ Θεός κατά τή δυτική πάντα ἀντίληψη.
Δυστυχῶς αὐτό ἔχει εἰσχωρήσει καί σέ μᾶς καί μέσα ἀπό τίς Ὀργανώσεις, οἱ ὁποῖες εἶχαν πολλές προτεσταντικές ἐπιδράσεις καί πολλοί σήμερα πιστεύουν ἔτσι διεστραμμένα γιά τόν Θεό, ὅτι ὁ Θεός δηλαδή θίγεται, προσβάλλεται καί ἔχει ἀνάγκη ἀπό μία ἐξιλέωση γιά νά κατευναστεῖ ἡ ὀργή Του. Αὐτό κάνει καί αὐτούς πού τό πιστεύουν νά μετατρέπουν τήν Ὀρθοδοξία ἀπό θεραπευτική ἐπιστήμη πού εἶναι -θεραπεύει τήν προσωπικότητα τοῦ ἀνθρώπου- νά τήν βλέπουν ὡς μία θρησκεία, ὅπως ὅλες τίς ἄλλες θρησκεῖες, οἱ ὁποῖες ἔχουν ὡς σκοπό νά ἐξευμενίσουν τόν Θεό. Ἔτσι πιστεύουν οἱ ἄνθρωποι ὅτι εἶναι ὀργισμένος ὁ Θεός καί χρειάζεται κάποια θυσία καί πηγαίνουν στόν μάγο τῆς φυλῆς καί κάνουν κάποιες θυσίες γιά νά πᾶνε καλά τά κτήματα, οἱ ἐπιχειρήσεις κ.λ.π.
Κάπως ἔτσι τό βλέπουν καί κάποιοι Ὀρθόδοξοι καί πηγαίνουν στήν Ἐκκλησία γιά νά τούς πᾶνε καλά τά πράγματα. Ἀλλά αὐτό εἶναι ἡ μετατροπή τῆς Ὀρθοδοξίας σέ θρησκεία. Ἡ Ὀρθοδοξία ὅμως δέν εἶναι θρησκεία, ἀλλά ὅπως εἴπαμε προηγουμένως, εἶναι ἡ μόνη θεραπευτική ἐπιστήμη πού θεραπεύει τήν ἀνθρώπινη προσωπικότητα. Ὅλες οἱ ἄλλες θρησκεῖες ὑπηρετοῦν τά πάθη τοῦ ἀνθρώπου καί φτιάχνουν καί τούς θεούς κατ’ εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου. Βλέπε τήν ἀρχαία εἰδωλολατρική θρησκεία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων. Οἱ θεότητες εἶναι τά πάθη τῶν ἀνθρώπων καί δέν χρειαζόταν ἀπό τούς ἀνθρώπους ἀλλαγή νά ἀποβάλλουν τά πάθη τους, ἀλλά νά ἐξευμενίσουν τόν Θεό, ὥστε νά ζοῦν καλά καί νά ἱκανοποιοῦν καί τά πάθη τους.
Ὁ Χριστιανισμός ζητάει τήν ἀποβολή τῶν παθῶν, δηλαδή νά ἀντιστρατευτεῖ ὁ ἄνθρωπος τήν φιλαυτία του καί ὁ Θεός δίνει τήν χάρη Του γι’ αὐτόν τόν σκοπό. Ἡ θρησκεία ἀπ’ τήν ἄλλη πλευρά εἶναι ὅτι: κάνω κάτι, ὄχι γιά νά θεραπευτῶ ἐγώ, ἀλλά, γιά νά τραβήξω τόν Θεό μέ τό μέρος μου καί νά μοῦ κάνει τά θελήματά μου. Θέλουμε καί τόν Θεό δηλαδή νά ὑπηρετήσει ἐμᾶς καί τά πάθη μας καί οὐσιαστικά τό κορυφαῖο πάθος τήν φιλαυτία.
Αὐτή ἡ διαστροφή λοιπόν ἔχει μπεῖ καί σέ πολλούς Ὀρθοδόξους καί γι’ αὐτό δέν ζοῦμε τόν Θεό. Μπορεῖ νά ἐκκλησιαζόμαστε, μπορεῖ νά ἐξομολογούμαστε, μπορεῖ νά κοινωνᾶμε, ἀλλά δέν ἔχουμε τόν καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού εἶναι «ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη..» (Γαλ. 5,22), ὅλα αὐτά πού εἶναι ὁ Θεός. Δέν ἔχουμε δηλαδή οὐσιαστική σχέση μέ τόν Θεό, ὅταν δέν ἔχουμε σωστή πίστη γιά τόν Θεό, σωστή ἀντίληψη καί ὅταν μετατρέπουμε καί τήν Ὀρθοδοξία σέ μία θρησκεία ὅπως ὅλες οἱ ἄλλες.
Ἕνα ἀκόμα σημεῖο πού λέει ὁ π. Ἰωάννης εἶναι ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία βασίζεται σέ δύο πράγματα: στό «ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο» (Ἰω. 1,14), δηλαδή στήν ἐνανθρώπηση. Ὁ Λόγος εἶναι τό δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἔγινε σάρκα, δηλαδή ἔγινε ἄνθρωπος. Αὐτό εἶναι τό κορυφαῖο δόγμα τῆς πίστεώς μας. Καί τό δεύτερο στό ὁποῖο βασίζεται ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ὅτι «ἐν τῷ Ἅδη οὐκ ἔστι μετάνοια», δηλαδή στόν Ἅδη, μετά θάνατον, μετά τόν βιολογικό θάνατο, δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά μετανοήσει. Αὐτά εἶναι κορυφαῖα καί ἄκρως ἀληθινά. Καί βέβαια δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ἀλλάξει μετά τόν θάνατο καί δέν μπορεῖ -δηλαδή μπορεῖ ν’ ἀρνηθεῖ, ἀλλά μετά ἀρνεῖται τήν ἀλήθεια- τήν Σάρκωση, ὅτι ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος. Ἄν ὁ ἄνθρωπος πιστέψει σ’ αὐτά τά δύο, μετά ἔχει τίς σωστές βάσεις γιά νά προχωρήσει καί νά θεραπευτεῖ ἡ προσωπικότητά του. Ὁ Θεός βέβαια δέν ἐκβιάζει κανέναν. Ὅλοι ὅμως οἱ ἄνθρωποι ἔχουμε ἀνάγκη θεραπείας γιατί ὅλοι γεννιόμαστε μ’ αὐτή τήν κληρονομιά τοῦ Ἀδάμ, ὁ ὁποῖος ἔπεσε μπροστά στόν Θεό, ἁμάρτησε καί κληρονομοῦμε αὐτή τήν φθορά καί τίς συνέπειες τῆς ἁμαρτίας τοῦ Ἀδάμ. Ὄχι τήν ἐνοχή, ἀλλά τίς συνέπειες πού εἶναι ἡ φθορά καί ὁ θάνατος.
Ἡ Ἐκκλησία λειτουργεῖ ὡς νοσοκομεῖο, ὡς θεραπευτήριο, καί ἄν θέλετε, ὅπως λέει σέ ἕνα ἄλλο σύγγραμμα ὁ π. Ἰωάννης, ὡς νευρολογική κλινική, ὡς ψυχιατρική κλινική. Μιά τέλεια κλινική ἡ ὁποία θεραπεύει τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου καί θεραπεύει τόν ἄνθρωπο ἀπό αὐτήν τήν ἀρρώστεια τῆς θρησκείας, πού θέλει ὁ ἄνθρωπος τόν Θεό νά ὑπηρετεῖ τά πάθη του. Θέλει ὁ ἄνθρωπος τόν Θεό νά εἶναι ὑπηρετικός τῶν παθῶν του, σάν ἕναν Ἀλβανό πού θά τοῦ κάνει τήν δουλειά. Ἔτσι τόν θέλουμε τόν Θεό πολλές φορές καί ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι καί γι’ αὐτό τοῦ τάζουμε καί πράγματα, μιά μεγάλη λαμπάδα καί παρακαλοῦμε καί τούς Γέροντες, ὄχι γιά νά ἀλλάξουμε, ὄχι γιά νά μετανοήσουμε, ἀλλά γιά νά μᾶς κάνει ὁ Θεός αὐτό πού θέλουμε καί μετά ἐξαφανιζόμαστε ἀπό τήν Ἐκκλησία. Ἄν δέν τό κάνει ὁ Θεός, τότε πιά, εἶναι πού δέν ξαναπατᾶμε στήν Ἐκκλησία. Λοιπόν, αὐτοί οἱ ἄνθρωποι εἶναι πού θρησκεύουν. Ἔχουν κάνει τήν Ὀρθοδοξία θρησκεία καί δέν ἔχουν καταλάβει τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία καί τί εἶναι ὁ Θεός.
Γιά νά βρεῖ θεραπεία ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά πάει στήν Ἐκκλησία, νά βρεῖ Πνευματικό νά ἐξομολογηθεῖ, πρέπει ὅμως καί νά κάνει ὑπακοή. Ὅπως στό νοσοκομεῖο, ὅταν πάει κανείς, τοῦ δίνει ὁ γιατρός τά φάρμακα, ἀλλά ἄν δέν πάρει τά φάρμακα, δέν θεραπεύεται. Ἔτσι καί μέ τήν Ἐκκλησία. Τά φάρμακα στήν Ἐκκλησία εἶναι γνωστά: ἡ μετάνοια, τά Ἅγια μυστήρια, ἡ ἄσκηση, ἡ νηστεία, ἡ ὑπακοή. Ἄν κανείς δέν τά πάρει αὐτά τά φάρμακα φυσικά καί δέν θά θεραπευτεῖ. Θά συνεχίσει νά ἔχει τό κενό μέσα του, τό ὑπαρξιακό κενό, νά μήν ξέρει γιατί ζεῖ, θά ἔχει ἄγχος, θά ἔχει τά ψυχολογικά, ὅλα αὐτά πού τά βλέπουμε σήμερα κατά κόρον στούς Νεοέλληνες. Ἐνῶ δέν θά ἔπρεπε νά τά ἔχουν αὐτά, διότι εἶναι βαπτισμένοι Ὀρθόδοξοι. Ἔχουν οὐσιαστικά κάνει εἰσαγωγή στό νοσοκομεῖο, ἀλλά δέν ἔχουν θεραπευτεῖ, γιατί δέν παίρνουν τά φάρμακα καί δέν κάνουν πραγματική ὑπακοή στούς γιατρούς- πνευματικούς.
- Ποιός εἶναι τώρα ὁ κοινωνικός σκοπός τῆς Ὀρθοδοξίας; Ἔχει κοινωνικό σκοπό ἡ Ὀρθοδοξία;
Μερικοί λένε ὅτι οἱ χριστιανοί εἶναι ἀκοινώνητοι, δέν ἀσχολοῦνται μέ τά κοινωνικά θέματα καί τά κοινωνικά προβλήματα ἤ ὁ Θεός δέν ἀσχολεῖται μ’ αὐτά..
Ἔχουμε τόν ἄνθρωπο, τόν ὁποιονδήποτε ἄνθρωπο πού ζεῖ μέσα σέ μία κοινωνία καί πρέπει νά δράσει ὡς ὑγιής κοινωνική μονάδα. Ἡ θεραπεία πού ἀναφέραμε παραπάνω τῆς νοερᾶς ἐνεργείας, τῆς ἐνέργειας τοῦ νοῦ, ἡ ὁποία εἶναι ἡ σπουδαιότερη ἐνέργεια τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου, αὐτή ἡ θεραπεία, ὅταν περατωθεῖ, δημιουργεῖ αὐτομάτως κοινωνικό ἄνθρωπο, ἀληθινά κοινωνικό ἄνθρωπο. Ἄνθρωπο δηλαδή ὁ ὁποῖος ἀρνεῖται τήν φιλαυτία του, τόν ἐγωισμό του, τόν ἐγωκεντρισμό του καί ἀνοίγεται στήν κοινωνία καί προσφέρει οὐσιαστικά καί δρᾶ σέ ὅλους τούς κοινωνικούς τομεῖς. Ἐκεῖνος πού εἶναι θεραπευμένος πνευματικάαὐτομάτως, σιωπηρῶς χειροτονεῖται ἰατρός γιά τούς ἄλλους, τούς μή θεραπευμένους. Αὐτό εἶναι τό μεγαλεῖο στήν Ὀρθοδοξία.
Ἀπό τή στιγμή πού θά θεραπευτεῖς πνευματικά, γίνεσαι πνευματικός καί γιατρός καί τῶν ἄλλων -ἄς εἶσαι λαϊκός- Γέροντας καί Γερόντισσα. Ἔχουμε πολλούς τέτοιους λαϊκούς ἀνθρώπους θεραπευμένους, σοφούς κατά Θεόν. Μπορεῖ νά εἶναι ἀγράμματοι κατά κόσμο πολλές φορές, ἀλλά ὁ Θεός ἀναπαύεται στούς ταπεινούς. Οἱ ἐγγράμματοι συνήθως ἔχουν πολύ ἐγωισμό γι’ αὐτό δέν ἀναπαύεται ἐκεῖ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Αὐτοί δέν θεραπεύονται εὔκολα ἤ θεραπεύονται, ἀλλά πολύ ἀργά λόγω ἐγωισμοῦ. Οἱ ἁπλοί καί ἀγράμματοι θεραπεύονται πιό γρήγορα γιατί ἔχουν ἁπλότητα καί ταπείνωση.
Ὅταν κανείς θεραπευτεῖ μέσα στό νοσοκομεῖο πού λέγεται Ἐκκλησία, τότε αὐτομάτως γίνεται γιατρός γιά τούς ἄλλους. Δηλαδή μπορεῖ νά τούς δείξει τόν δρόμο πού πέρασε καί ὁ ἴδιος προηγουμένως κι ἔτσι θά τούς βοηθήσει νά βροῦν καί αὐτοί τήν κάθαρση καί τόν φωτισμό.
Διότι ἡ ἰατρική ἐπιστήμη πού λέγεται Ὀρθοδοξία διαφέρει ἀπό τίς ἄλλες στό ὅτι ἐκεῖνος πού θεραπεύθηκε, γίνεται αὐτομάτως θεραπευτής. Δέν χρειάζεται νά κάνεις εἰδικές σπουδές. Λειτουργεῖ ἡ πείρα πού ἔχεις, αὐτό πού ἔπαθες ἐσύ, τά Θεῖα δηλαδή, κάνοντας ὑπακοή στά θεραπευτικά σχήματα πού προσφέρει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, αὐτό μετά μπορεῖς νά τό διδάξεις στούς ἄλλους.
Ἡ ἴδια ἡ ἐφαρμογή τῆς θεραπευτικῆς ἀγωγῆς στόν ἑαυτό του, γίνεται τό μέσον γιά τήν θεραπεία τῶν ἄλλων.Πολλές φορές μάλιστα δέν χρειάζεται νά πεῖ ὁ ἄνθρωπος σχεδόν τίποτα. Ἕνας θεραπευμένος, ἕνας Ἅγιος -γιατί μόνο αὐτός εἶναι θεραπευμένος- μόνο πού τόν βλέπουν οἱ ἄλλοι ἐμπνέονται καί βλέπουν τί μπορεῖ νά γίνουν κι αὐτοί, πῶς μποροῦν κι αὐτοί νά ἔχουν μετοχή στήν Χάρη καί νά θεραπευτοῦν.
Γι’ αὐτό δέν νοεῖται ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος εἶναι θεραπευμένος-ἐννοεῖται πνευματικά μέσα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία- νά μήν ἔχει πνευματικά παιδιά, ἄλλους δηλαδή ἀνθρώπους σέ πνευματική ἐξάρτηση ἀπό αὐτόν, τούς ὁποίους νά νουθετεῖ καί καθοδηγεῖ πρός θεραπείαν.
Ἔτσι λειτουργοῦσε ἡ πρώτη Ἐκκλησία. Οἱ Ἀπόστολοι ἔμειναν σ’ ἕναν τόπο; Ὄχι! Πήγαιναν ἀπό πόλη σέ πόλη καί κήρυτταν, κάποιοι τούς πίστευαν, κάποιοι δέν τούς πίστευαν, κάποιοι ἀντιδροῦσαν, κάποιοι ἐξαγριωνόντουσαν, κάποιοι τούς λιθοβολοῦσαν, κάποιοι τούς ἔδιωχναν καί οἱ ἄνθρωποι ἔφευγαν γιά τήν ἑπόμενη πόλη, ἄν ζοῦσαν καί δέν τούς ἀποτέλειωναν.
Ἐκεῖ λοιπόν πού κήρυξαν, αὐτοί πού δέχθηκαν τό κήρυγμα καί ἔκαναν ὑπακοή, θεραπευόντουσαν. Αὐτοί μετά συνέχιζαν τό ἔργο τῶν Ἀποστόλων καί συνέχιζε νά ὑπάρχει ἐκείνη ἡ τοπική Ἐκκλησία πού ἵδρυσαν οἱ Ἀπόστολοι. Δέν σταμάτησε νά ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία ἐπειδή ἔφυγε ὁ Ἀπόστολος. Καί ἐνδεχομένως σέ αὐτό ἤ στό ἑπόμενό του ταξίδι, θά χειροτονοῦσε καί τούς ἱερεῖς καί τούς Ἐπισκόπους. Κατά αὐτόν τόν τρόπο δημιουργήθηκαν οἱ πρῶτες τοπικές Ἐκκλησίες. Αὐτοί δηλαδή πού δεχόντουσαν τό κήρυγμα, γίνονταν μετά οἱ ἴδιοι συνεχιστές τῶν Ἀποστόλων καί θεραπευτές καί τῶν ὑπολοίπων, οἱ ὁποῖοι δέν εἶδαν ἤ δέν ἄκουσαν τό ἀρχικό κήρυγμα. Αὐτό εἶναι τό σημαντικό.
Στήν ἀρχαία Ἐκκλησία δέν ὑπῆρχε ἐπίσημος ἤ συγκεκριμένος θεραπευτής, διότι ὁ κάθε Χριστιανός ἦταν θεραπευτής. Πρέπει αὐτό νά γίνει καί στίς μέρες μας. Ἄν λειτουργήσει σωστά ἡ Ἐκκλησία ὁ καθένας ἀπό ἐμᾶς, ἀφοῦ θεραπευτεῖ νά γίνει γιατρός γιά τούς ὑπόλοιπους. Κατ’ ἀρχήν γιά τήν οἰκογένειά του, τούς συγγενεῖς του, γιά τούς φίλους του καί γενικά γιά τό περιβάλλον του. Ὅταν ἐμεῖς θεραπευτοῦμε, τότε προσελκύουμε καί τούς ἄλλους γιατί βλέπουν τί μποροῦν νά γίνουν. Αὐτή εἶναι ἡ ἱεραποστολή. Ἔτσι γίνεται ἡ ἱεραποστολή. Δέν γίνεται τόσο μέ λόγια, ὅσο μέ τήν προσπάθεια νά γιατρευτοῦμε ἐμεῖς καί ἀφοῦ θεραπευτοῦμε, γινόμαστε μέτοχοι τοῦ Φωτός. Ὅταν ἔχει κανείς τό Φῶς, αὐτό ἐκπέμπεται κατά φυσικό τρόπο.
Αὐτή ἦταν ἡ ἱεραποστολή τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας. Ἡ ἱεραποστολή τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας δέν ἦταν ὅπως εἶναι τῆς σημερινῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, πού συνίσταται μερικές φορές στό νά διαφημίζουμε τά ὡραῖα μας δόγματα.Ἐντάξει τό ἔχουμε τό σωστό δόγμα! Ἀλλά αὐτό λέει τίποτα στόν εἰδωλολάτρη τόν Ἀφρικανό πού εἶναι δέσμιος τῶν δαιμόνων; Δέν εἶναι αὐτό πού θά τόν ἑλκύσει. Ἤἀκόμα διαφημίζουμε τήν λατρευτική μας παράδοση, σάν νά εἶναι τίποτα προϊόντα γιά πούλημα… Λέμε, π.χ.: Κοιτᾶξτε, παιδιά, ἐμεῖς ἔχουμε τά πιό ὡραῖα δόγματα, τήν πιό ὡραία λατρεία, τήν πιό ὡραία ψαλμωδία, τίς πιό ὡραῖες στολές - κοίτα πόσο ὡραῖος εἶναι ὁ σάκκος τοῦ Δεσπότη! κ.λ.π.,καί δυστυχῶς ὑπάρχει μιά τέτοια τάση καί στίς ἐνορίες καί στούς ἐπισκόπους. Αὐτό εἶναι Ἐκκλησία; Ἡ Ἐκκλησία δηλαδή εἶναι μία κουλτούρα; Εἶναι ἕνα φολκλόρ πού θέλουμε νά τό φυλάξουμε ὅπως φυλᾶμε ἕνα διατηρητέο κτίριο; Κάθε ἄλλο! Κάτι ἄλλο εἶναι ἡ δύναμή μας. Ἡ δύναμη τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι ἡ θεραπευτική μέθοδος πού θεραπεύει τήν ψυχή καί τόν χαρακτήρα τοῦ ἀνθρώπου. Ἄν δέν τό δώσεις αὐτό στούς ἀνθρώπους τίποτα δέν τούς ἔδωσες. Προσπαθοῦμε νά τούς θαμπώσουμε μέ τίς πατερίτσες μας, μέ τά ράσα μας, μέ τά καλυμμαύχια μας, γιά νά κάνουμε ἱεραποστολή. Βέβαια ἔχει κάποιο νόημα καί κάποια ἐπιτυχία μιά ἱεραποστολή πού γίνεται κατ’ αὐτόν τόν τρόπο, ἐντυπωσιάζει, ὅμως δέν εἶναι ἡ γνήσια ἱεραποστολή. Ὁ ἄνθρωπος δέν ἀλλάζει μ’ αὐτά τά μέσα, δέν ἀλλάζει χαρακτήρα, δέν διορθώνεται ὁ χαρακτήρας του, δέν εἶναι γνήσια, ὄπως ἐκείνη τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας.
Ἡ σημερινή ἱεραποστολή συνίσταται κυρίως στό ἑξῆς: Διαφωτίζουμε ἀνθρώπους πού εἶναι δεισιδαίμονες καί τούς κάνουμε Ὀρθοδόξους Χριστιανούς, χωρίς νά προσπαθοῦμε νά τούς θεραπεύσουμε.
Φοβοῦνται δηλαδή τόν Θεό καί ἔχουν φτιάξει μιά θρησκεία, ἕνα σύστημα γιά νά ἐξευμενίσουν τόν Θεό. Ἔχουν τόν μάγο τους, ὁ ὁποῖος λειτουργεῖ ἔτσι κατ’ αὐτούς ὡς μεσίτης στόν Θεό. Ὅταν ὅμως προσφέρουμε τήν Ὀρθοδοξία μ’ αὐτόν τόν τρόπο, τήν δική τους δεισιδαιμονία τήν ἀντικαθιστοῦμε μέ μία ἄλλη δεισιδαιμονία. Τούς δίνουμε κι ἐμεῖς κάτι ἄλλο, ἕνα φετίχ ἄς ποῦμε καί τούς λέμε εἶναι καλύτερο αὐτό ἀπό τό δικό σας. Αὐτό λοιπόν τό φετίχ πού θά σᾶς σώσει ἀπό τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ, ἐμεῖς τό λέμε Ἁγιασμό, τό λέμε Εὐχέλαιο, τό λέμε Εὐλογία κ.λ.π.
Μέ ἀποτέλεσμα ὁ κόσμος λέει νά κάνουμε ἑπτά Εὐχέλαια νά φύγει τό κακό ἀπό τό σπίτι μου, χωρίς νά ἔχει διάθεση μετανοίας. Αὐτό τί εἶναι; Δεισιδαιμονία εἶναι! Ἥ αὐτή ἡ προσευχή τοῦ Ἀποστόλου Ἰούδα τοῦ Θαδδαίου, πού ἐπειδή ἔχει τό ἴδιο ὄνομα μέ τόν Ἰούδα τόν Ἰσκαριώτη νομίζουν ὅτι πιάνει περισσότερο καί λένε ὅτι πρέπει νά κάνεις ἐννιά προσευχές, ἐννιά ἡμέρες, ἐννιά φορές τήν μέρα καί ὅ,τι ζητήσεις θά σοῦ τό κάνει. Αὐτό τί εἶναι; Δεισιδαιμονία εἶναι! Μαγεία εἶναι. Ὑποκαθιστοῦμε μία μαγεία μέ μία ἄλλη μαγεία. Αὐτός ἦταν εἰδωλολάτρης καί τοῦ δίνουμε κάτι ἄλλο, ἀλλά οὐσιαστικά παραμένει πάλι εἰδωλολάτρης. Δέν τοῦ προσφέρουμε τό οὐσιαστικό πού εἶναι ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς του, πού γίνεται διά τῆς μετανοίας.
Ἔτσι ὅμως ἀντικαθιστοῦμε ἤ ἀνταλλάσσουμε τό προηγούμενό τους δόγμα μέ ἕνα καινούργιο δόγμα. Ἀνταλλάσσουμε μέσα τους τήν μία δεισιδαιμονία μέ μία ἄλλη δεισιδαιμονία. Γι’ αὐτό βλέπουμε πολλούς «Ὀρθοδόξους» οἱ ὁποῖοι πολύ εὔκολα πηγαίνουν στούς μάγους. Πολύ εὔκολα! Σοῦ λέει πῆγα στήν Ἐκκλησία δέν ἔγινε τίποτα καί πῆγα στόν μάγο. Δέν εἶναι κακό κι αὐτός εἶχε εἰκόνες Γιατί πᾶμε τόσο εὔκολα στούς μάγους; Γιατί καί τήν Ὀρθοδοξία τήν ἔχουμε κάνει Δεισιδαιμονία. Ἕνα μέσο δηλαδή γιά νά ἐξευμενίσουμε τόν Θεό νά μᾶς κάνει τά χατίρια μας, νά μᾶς πάρει τόν καρκίνο, νά δώσει στά παιδιά καλούς συζύγους νά κάνουν καλές οἰκογένειες καί τίποτα περισσότερο. Κατά τά ἄλλα ὅπως εἶναι διεφθαρμένη ἡ ζωή μας, παραμένει διεφθαρμένη. Ἥ ζητᾶμε καί τήν ὑγεία μας ὄχι γιά ἄλλο λόγο, ὄχι γιά νά μετανοήσουμε, ὄχι γιά νά ἔχουμε χρόνια μετανοίας, ἀλλά τήν ζητᾶμε γιά νά συνεχίσουμε νά ἁμαρτάνουμε, ὅπως ἁμαρτάναμε. Γι’ αὐτό δέν μᾶς ἀρέσει καί ἡ κρίση! Κόψαμε τίς πολλές ἁμαρτίες καί δέν ἔχουμε τήν δυνατότητα νά ἁμαρτήσουμε. Καί λέμε πάρ’ το αὐτό ἀπό μᾶς Θεέ μου! Γιατί νά μᾶς τό πάρει; Γιά νά συνεχίσουμε νά ἁμαρτάνουμε, ὅπως καί πρίν πού εἴχαμε ἄνεση.
Καί τοῦτο διότι ἡ Ὀρθοδοξία, ὅταν ἔτσι παρουσιάζεται καί προσφέρεται, σέ τί διαφέρει ἀπό δεισιδαιμονία; Διότι, ὅταν ἡ Ὀρθοδοξία παρουσιάζεται καί προσφέρεται σάν ἕνας Χριστιανισμός πού δέν θεραπεύει, παρ’ ὅλο πού τό κύριό του ἔργο εἶναι ἡ θεραπεία, τότε σέ τί διαφέρει ἀπό τήν δεισιδαιμονία; Σέ τίποτα! Δυστυχῶς ὑπάρχουν πνευματικοί πού ἐμφανίζονται ὡς θεραπευτές πού δέν ἔχουν Ἅγιο Πνεῦμα. Αὐτό τό ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος πρίν ἀπό 1000 χρόνια γιατί ἀπό τότε ὑπῆρχε αὐτό τό φαινόμενο τῆς ἐκκοσμίκευσης.
Πηγαίνουν τά νέα παιδιά σ’ αὐτούς τούς «Πνευματικούς» καί ἀντί νά τούς δώσουν τά φάρμακα πού πρέπει, τούς δίνουν ψεύτικα φάρμακα, πλασέμπο πού λέμε στήν Ἰατρική, τίποτα, ἀέρα. Ἐνῶ συζοῦν, τούς δίνουν εὐλογία νά πάρουν τήν Θεία Κοινωνία. Θεραπεύεται ἔτσι ὁ ἄνθρωπος; Ὅπως ἔνας κακός γιατρός δίνει φάρμακα ἄσχετα στόν ἀσθενή του, ἀλλά δέν τόν θεραπεύει, ἁπλῶς τόν κοροϊδεύει.
Ὑπάρχουν Χριστιανοί στήν Δύση, πού ἔχουν καί ἐκεῖνοι δόγματα, πού δέχονται ὁρισμένες Συνόδους· οἱ αἱρετικοί δηλαδή, στά δόγματα τῶν ὁποίων δέν ὑπάρχει φαινομενικά καί τόσο μεγάλη διαφορά σέ σχέση μέ τά Ὀρθόδοξα δόγματα. Ὑπάρχει χαώδης διαφορά, ἀλλά ἔτσι φαίνεται ὅτι δέν ὑπάρχει μεγάλη διαφορά. Ἀλλά καί μικρή διαφορά νά εἶναι, ὅταν δέν προσφέρουμε τήν Ὀρθοδοξία ὡς θεραπεία ἀστοχοῦμε, γιατί καί οἱ ἄνθρωποι δέν θεραπεύονται καί λένε γιατί νά γίνουμε ὀρθόδοξοι ἀφοῦ κι ἐσεῖς σάν ἐμᾶς εἶστε, δέν ὑπάρχει καμιά διαφορά.
Σήμερα μιλᾶμε γιά ἀλλαγή τῆς νοοτροπίας τοῦ ἀνθρώπου, γιά ἀλλαγή τοῦ δόγματος, γιά ἀλλαγή τῆς θεωρήσεως τῆς ζωῆς, καί ἔτσι τήν θεωροῦμε τήν μετάνοια.Δηλαδή θεωροῦμε μετάνοια ἁπλῶς ὁ ἄνθρωπος νά ἀποδεχθεῖ τήν Ὀρθοδοξία, ἄν εἶναι ἑτερόδοξος νά βαπτιστεῖ, νά χριστεῖ μέ τό Ἅγιο Χρίσμα ἤ ἄν εἶναι Ὀρθόδοξος τέλος πάντων νά πάει νά ἐξομολογηθεῖ καί τελειώσαμε! Εἶναι αὐτό μετάνοια ὅμως; Δηλαδή σήμερα στήν Ὀρθοδοξία ἡ μετάνοια ταυτίζεται μόνο μέ τήν ἀποδοχή τοῦ Χριστοῦ. Δηλαδή δεχόμεθα τόν Χριστό καί, ἐπειδή τόν δεχόμεθα, πηγαίνουμε καί στήν Ἐκκλησία, ἀνάβουμε καί κανένα κεράκι, γινόμαστε καί καλά παιδιά, πηγαίνουμε, ἄν εἴμαστε μικροί, καί στό Κατηχητικό.Οἱ γονεῖς μέ καμάρι λένε τό παιδί μου πάει στό κατηχητικό καί νομίζουν ὅτι ἐκπλήρωσαν κάθε πνευματική ὑποχρέωση ἀπένατι στό παιδί τους.
Ἤ, ἄν εἴμαστε μεγάλοι, σέ καμμία θρησκευτική ἐκδήλωση καί -ὑποτίθεται- ζοῦμε σέ μετάνοια, εἴμαστε δηλαδή μετανοημένοι. Ἤ κάναμε κάποιο κακό στήν ζωή μας καί δείξαμε κάποια μεταμέλεια καί ζητήσαμε συγχώρηση καί αὐτό, πού κάναμε, τό ὀνομάζουμε μετάνοια. Δέν εἶναι ὅμως αὐτό μετάνοια. Αὐτό εἶναι ἁπλῶς μεταμέλεια. Ἡ μεταμέλεια εἶναι ἡ ἀρχή τῆς μετάνοιας. Δέν καθαρίζεται ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου μέ μία ἁπλή μεταμέλεια. Γιά νά καθαρισθεῖ ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τά πάθη προηγεῖται ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ καί ἡ μετάνοια.
Ἀπαιτεῖται πραγματική μετάνοια καί πραγματικός φόβος τοῦ Θεοῦ. Νά καταλάβει ὁ ἄνθρωπος ὅτι γιά αὐτά πού ἔκανε ἐπίκειται ἡ αἰώνιος κόλαση καί θά πρέπει νά κάνει τά ἀνάποδα ἐντελῶς. Μετανοῶ σημαίνει μετακινῶ τόν νοῦ μου ἀπό ὅλα αὐτά τά μάταια πού ἦταν μέχρι τώρα καί τόν πάω στόν Θεό. Ἀναζητῶ τόν Θεό προσωπικά. Ὁ Θεός εἶναι Πρόσωπο. Μιλάω στόν Θεό. Τοῦ μιλάω συνεχῶς. Συνεχῶς κάνω αὐτή τήν μετατόπιση, τήν μετακίνηση τοῦ νοῦ. Μετανοῶ ἀπό αὐτά τά μάταια, τά γήινα, τά φθαρτά, τά ἁμαρτωλά καί τά ἐμπαθή, στόν Θεό. Γι’ αὐτό μᾶς μίλησε ὁ Θεός γιά ἀδιάλειπτη προσευχή, γιά ἀδιάλειπτη δηλαδή μετάνοια.
- Τί εἶναι ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή;
Ἡ ἀδιάλειπτη μετακίνηση τοῦ νοῦ στόν Θεό. Διότι ὁ νοῦς ρέπει, λόγω τῆς ἐμπαθοῦς κλίσεως πού ἔχουμε καλλιεργήσει, πρός τά μάταια καί συνεχῶς φεύγει ἀπό τόν Θεό. Βλέπετε, πᾶμε νά κάνουμε προσευχή καί δέν μποροῦμε νά συμμαζέψουμε τόν νοῦ μας. Γιατί; Γιατί οὐσιαστικά δέν ἔχουμε μετανοήσει, δέν ἔχουμε μάθει νά ζοῦμε ἐν μετανοία, μέ μετακινημένο, με μετα-τοποθετημένο τόν νοῦ μας στόν Θεό, συνεχῶς καί ἀδιαλείπτως.
Αὐτή εἶναι ἡ θεραπεία καί ἡ προσπάθεια στήν ὁποία μᾶς βάζει ἡ Ἐκκλησία. Αὐτό σημαίνει ζῶ ἐν μετανοία. Γιά νά καθαρισθεῖ λοιπόν ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου χρειάζεται αὐτή ἡ προσπάθεια, ἡ ὁποία ἀρχίζει μέ τόν φόβο τοῦ Θεοῦ καί, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀρχίζει νά φοβᾶται πραγματικά τόν Θεό, τί κάνει; Παίρνει τίς ἐντολές καί λέει νά τηρήσω τίς ἐντολές πού ἔχει δώσει ὁ Θεός γιά νά μήν πάω στήν κόλαση. Νά μάθω ποιές εἶναι οἱ ἐντολές κατ’ ἀρχήν. Πολλοί Ὀρθόδοξοι δέν ξέρουν κἄν ποιές εἶναι οἱ ἐντολές, ποιές εἶναι ἁμαρτίες. Σήμερα πολλοί νέοι νομίζουν ὅτι δέν εἶναι ἁμαρτία πού συζοῦν καί δέν σκέπτονται κἄν νά τό ἐξομολογηθοῦν. Τό θεωροῦν μάλιστα καί φυσιολογικό. Φοβερή ἄγνοια αὐτό! Μετά πῶς νά μιλήσουμε γιά μετάνοια, γιά θεραπεία τῆς ψυχῆς; Καί πῶς μετά νά μήν πέσει κανείς σέ κατάθλιψη καί νά μήν καταλήξει στά ψυχοφάρμακα;
Ἐφ’ ὅσον λοιπόν ὁ ἄνθρωπος ζεῖ στόν φόβο τοῦ Θεοῦ, τότε ἀρχίζει νά τηρεῖ τίς ἐντολές καί τότε ἀρχίζει νά μετανοεῖ. Βλέπει πού ἦταν, βλέπει πού πρέπει νά πάει καί ἀρχίζει νά παρακαλάει τόν Θεό, γιατί ἀντιλαμβάνεται πώς μόνος του δέν μπορεῖ νά φθάσει ἐκεῖ πού τοῦ λέει ὁ Θεός, νά τηρήσει τίς ἐντολές. Ὁ Χριστός μᾶς εἶπε: «Χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰω. 15,5). Ἄρα οὔτε τίς ἐντολές μπορεῖτε νά τηρήσετε χωρίς ἐμένα. Τί θά κάνω ἐγώ τώρα; Θά παρακαλέσω τόν Θεό νά μέ βοηθήσει νά τηρήσω τίς ἐντολές. Νά ἡ μετάνοια! Ἡ ἀνάγκη γιά ἀδιάλειπτη προσευχή πού βγαίνει ἐντελῶς φυσικά ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀρχίζει νά φοβᾶται τόν Θεό. Ἀρχίζει λοιπόν νά προσεύχεται, νά παρακαλάει τόν Θεό καί ἔρχεται ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία τοῦ παίρνει τά πάθη καί τόν καθαρίζει καί αὐτό λέγεται κάθαρση. Ἔτσι προχωράει ὁ ἄνθρωπος στό πρῶτο στάδιο τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί θεραπείας πού λέγεται κάθαρση. Ὅπως, τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν, σέ ἕνα σωματικό τραῦμα. Ὅταν ὑπάρχει ἕνα μολυσμένο τραῦμα τό πρῶτο πού κάνει ὁ γιατρός εἶναι νά καθαρίσει τήν πληγή ἀπό κάθε ἐξωτερική μόλυνση καί μετά φυσικά θά βάλει καί τά θεραπευτικά φάρμακα, τά ἀντιβιοτικά καί τά ἐπουλωτικά γιά νά κλείσει τό τραῦμα.
Τό ἴδιο συμβαίνει καί στήν ψυχή, προηγεῖται τό στάδιο τῆς καθάρσης καί ὁλοκληρώνεται μέ τόν θεῖο φωτισμό, τήν φώτιση δηλαδή τοῦ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τό Ἅγιο Πνεῦμα θέλει νά βρεῖ ἕνα τόπο καθαρό, ἀλλιῶς δέν ἔρχεται. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος δουλεύει στά πάθη καί στήν ἁμαρτία δέν μπορεῖ νά γίνει κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δέν μπορεῖ ὅπως λέει ὁ Χριστός μας «ἀπό τήν ἴδια πηγή νά βγεῖ νερό καί γλυκό καί πικρό» (Ἰακ. 3,11). Χρειάζεται νά προηγηθεῖ αὐτή ἡ κάθαρση διά τῆς μετανοίας καί τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ.
Ἐφ’ ὅσον λοιπόν οἱ Ὀρθόδοξοι δέν ἀσχολοῦνται μέ αὐτήν τήν θεραπευτική ἀγωγή, σέ τί διαφέρουν ἀπό τούς μή Ὀρθοδόξους;Πού ἔχουν πλήρη ἄγνοια! Εἴπαμε ὅτι πουθενά οὔτε στήν παπική, οὔτε στήν προτεσταντική παράδοση δέν ἀναφέρεται ὁ Χριστός ὡς ἰατρός τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων. Ἐνῶ ἐμεῖς τό λέμε στίς προσευχές μας στίς ἀκολουθίες: «ὁ Χριστός ὁ ἰατρός τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων ἡμῶν». Δέν εἶναι σχῆμα λόγου αὐτό. Εἶναι γιατρός τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας ὁ Θεός. Ὁ μόνος γιατρός. Ὁ μόνος, ἄν θέλετε, ψυχίατρος. Ἄν λοιπόν ὁ Ὀρθόδοξος δέν κάνει αὐτή τήν ἐργασία, δέν μετανοεῖ, δέν θεραπεύεται, σέ τί διαφέρει ἀπό τούς μή Ὀρθοδόξους; Στό δόγμα; Καί τί τόν ὠφελεῖ αὐτό; Μάλλον τοῦ δίνει περισσότερο ἐγωισμό, ὅτι ἐμεῖς ἔχουμε καί τό Ὀρθόδοξο δόγμα.
Καί τί νά τό κάνουν τό Ὀρθόδοξο δόγμα, ὅταν δέν τό χρησιμοποιοῦν γιά τήν θεραπεία τῆς ψυχῆς τους; Τό δόγμα ἔτσι δέν τούς ὠφελεῖ σέ τίποτε.
- Ποιά εἶναι τώρα ἡ κατάσταση καταλλαγῆς μέ τόν Θεό τῆς συμφιλίωσης μέ τόν Θεό;Πότε γίνεται κάποιος φίλος μέ τόν Θεό σύμφωνα μέ τήν Ὀρθόδοξη πίστη;
Ἡ κατάστασις καταλλαγῆς μέ τόν Θεό, πού κάνει κάποιον φίλο τοῦ Θεοῦ, ποιά εἶναι ἀπό Ὀρθοδόξου ἀπόψεως; Κοιτᾶξτε τίς ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Βάπτισις ταυτίζεται μέ τήν κάθαρση.
Ἴσως πεῖ κανείς: Τότε γιατί νά χρειάζεται μετάνοια, ἀφοῦ καθαριστήκαμε μέ τό Βάπτισμα; Γιατί δυστυχῶς μετά μολύναμε τό Βάπτισμα, μέ τήν συμβουλή τῶν κακῶν γονέων καί τοῦ περιβάλλοντος ξανάφούντωσαν τά πάθη μέσα στόν ἄνθρωπο παρ’ ὅλο πού βαπτίστηκε καί χρειαζόμαστε πάλι κάθαρση. Ἡ ἀρχική κάθαρση γίνεται μέ τό Βάπτισμα. Καί τί γίνεται πρίν τό Βάπτισμα; Ὅλοι ξέρουμε, παρακολουθώντας μία Βάπτιση, ὅτι προηγουμένως διαβάζονται ἐξορκισμοί. Ὅταν λοιπόν παρευρισκόμαστε σέ μυστήρια καί προσέχουμε, καί πρέπει νά προσέχουμε, θά δοῦμε ὅτι ὅλα τά μυστήρια ἔχουν θεραπευτικό ρόλο. Ἔτσι λοιπόν τό Βάπτισμα πού ταυτίζεται μέ τήν κάθαρση ἔχει ὡς προηγούμενό του τούς ἐξορκισμούς.
- Τί εἶναι οἱ ἐξορκισμοί πρίν τή βάφτιση;
Εἶναι ἡ ἐκδίωξις τῶν πονηρῶν πνευμάτων. Ὑπάρχουν μέσα στό μωρό πονηρά πνεύματα; Βεβαίως ὑπάρχουν! Ὑπάρχουν πονηρές, δαιμονικές ἐνέργειες; Σαφέστατα, τό λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες. «Ἐν ἀνομίαις συνελήφθην καί ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησέ με ἡ μήτηρ μου» (Ψαλμ. 50,7), ὅπως λέει ὁ Δαβίδ γιατί κληρονομοῦμε αὐτή τήν ροπή πρός τήν ἁμαρτία, τήν φθορά, τίς συνέπειες τῆς πτώσεως καί τίς δαιμονικές ἐνέργειες οἱ ὁποῖες κυριεύουν τόν ἀβάπτιστο ἄνθρωπο. Γι’ αὐτό λέμε εἶναι ἀφώτιστος αὐτός. Τί σημαίνει ἀφώτιστος; Ἔχει μέσα του σκοτάδι. Δέν ἔχει φῶς. Ἔχει τό δαιμονικό σκοτάδι. Ἡ Πατερική σοφία λέει, ὅτι ὁ ἄνθρωπος, ὅταν εἶναι ἀβάπτιστος, στό κέντρο τῆς καρδίας του, στό ψυχοσωματικό του κέντρο ὑπάρχει δαιμονική ἐνέργεια. Βασιλεύει ὁ δαίμονας καί ὅταν βαπτιστεῖ -γι’ αὐτό πρέπει νά τά βαπτίζουν τά μωρά πολύ νωρίς- φεύγει ἀπό τό κέντρο ἡ δαιμονική ἐνέργεια καί ἐγκαθίσταται ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ στό κέντρο τῆς καρδίας τοῦ ἀνθρώπου καί οἱ δαίμονες πηγαίνουν στήν περιφέρεια. Κι ἀπό ἐκεῖ συνεχίζουν νά ἐκτοξεύουν καί νά ἐπιτίθενται στόν ἄνθρωπο διά μέσω τῶν ἡδονῶν. Ἀλλά πλέον -μετά τή βάφτιση-ἔχουμε τό μεγάλο πλεονέκτημα ὅτι στό κέντρο εἶναι ὁ Χριστός, εἶναι ἡ Θεία Χάρις καί μπορεῖ, ἄν τώρα ὁ ἄνθρωπος ἔχει σωστή καθοδήγηση, νά πολεμήσει τούς δαίμονες καί νά τούς νικήσει καί νά τούς διώξει ἀκόμη πιό μακριά.
Προηγοῦνται λοιπόν οἱ ἐξορκισμοί ὅπου ἀπαλλάσσεται ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν ἐπήρεια καί τά δικαιώματα τῶν πονηρῶν πνευμάτων καί μετά γίνεται ἡ τριπλή κατάδυση κατά τήν διάρκεια τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος. Ἡ τριπλή κατάδυσις καί ἀνάβασις στό Ἁγιασμένο νερό, δίνει ἄφεση ἁμαρτιῶν καί καταστρέφει τίς ἐνέργειες τοῦ διαβόλου μέσα στόν ἄνθρωπο. Μετά ἀκολουθεῖ τό Χρίσμα, τό ὁποῖο σήμερα εἶναι συνδεδεμένο στήν πράξη μέ τό Βάπτισμα. Τό Χρίσμα ἀντιστοιχεῖ στήν κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ.
Μέ ἄλλα λόγια μέ τήν βάπτιση τά ἔχουμε πάρει ὅλα καί τήν κάθαρση καί τόν φωτισμό, ἄσχετα ἄν μετά τά μολύναμε. Ἔρχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα μέ τό Χρίσμα γι’ αὐτό λέει ὁ ἱερέας «Σφραγίς δωρεᾶς Πνεύματος Ἁγίου» καί σφραγίζει τόν ἄνθρωπο καί ἀποκτᾶ ὁ ἄνθρωπος τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, τήν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀφοῦ καθαρίστηκε καί ἔγινε δεκτικός τῆς Θείας Χάρης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Στούς ἀρχαίους Χριστιανούς οἱ νεοφώτιστοι, δηλαδή ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι εἶχαν δεχθεῖ ἕναν ἀρχικό φωτισμό, ἀπό μή φωτισμένοι ἔγιναν μερικῶς φωτισμένοι, δηλαδή μερικῶς ἐλλαμφθέντες ἀπό τήν Χάρη, αὐτή τήν διαδικασία τήν ξεκινοῦσαν πρίν τό Βάπτισμα μέ τίς κατήχησεις -γι’ αὐτό δέν πρέπει νά βιαζόμαστε νά βαπτίσουμε κάποιον. Πρέπει νά κατηχηθεῖ. Ἡ κατήχηση κρατοῦσε καί τρία χρόνια ἀκόμη στήν πρώτη Ἐκκλησία. Μέσα στήν κατήχηση ἀρχίζει νά φωτίζεται ὁ ἄνθρωπος, σιγά-σιγά νά φεύγει τό σκοτάδι καί βεβαίως τότε θά ἐξομολογηθεῖ κιόλας καί μετά μέ τό βάπτισμα θά πάρει ἕναν μεγαλύτερο φωτισμό καί τόν τέλειο φωτισμό θά τόν πάρει μέ τό Χρίσμα. Αὐτή εἶναι ἡ προσωπική μας Πεντηκοστή.
Αὐτό τό βλέπουμε καί στήν ζωή τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων. Εἶχαν ἕναν ἀρχικό φωτισμό ἀπό τήν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, γι’ αὐτό τούς εἶπε ὁ Χριστός: «ἤδη ὑμεῖς καθαροί ἐστε διά τόν λόγον ὅν λελάληκα ὑμῖν» (Ἰω. 15,3) καί τούς δίνει κι ἄλλον φωτισμό ὅταν ἐμφυσᾶ στό πρόσωπό τους καί τούς λέει «λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον· ἄν τινων ἀφῆτε τάς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται» (Ἰω. 20,23), ὅπου θεμελιώνεται καί τό μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως. Τέλος τόν πλήρη φωτισμό τόν παίρνουν στήν Πεντηκοστή πού κατεβαίνει μέ μορφή πύρινων γλωσσῶν τό Ἅγιο Πνεῦμα καί τούς θεώνει.
Στούς Ἀρχαίους Χριστιανούς οἱ νεοφώτιστοι ἀφού βαπτιζόντουσαν τό Μεγάλο Σάββατο καί ἔπαιρναν τήν Χάρη τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος καί μέ τό ἅγιο Χρίσμα, πού ἀκολουθοῦσε, συμπλήρωναν τόν ἀρχικό φωτισμό, ἐβάδιζαν πρός πλήρη φώτιση, ἡ ὁποία -χρονικά-ἀνεμένετο νά λάβει χώραν κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, μετά δηλαδή ἀπό πενήντα ἡμέρες ἀπό τήν Βάπτισή τους.Στούς πρώτους Χριστιανούς δέν ἔκαναν ἀμέσως τό Χρίσμα. Ἄφηναν πενήντα ἡμέρες καί μέσα σ’ αὐτές τίς πενήντα ἡμέρες ὁ Χριστιανός, ὁ νέο-βαπτισμένος, ἐργαζόνταν συστηματικά τήν νοερά προσευχή καί γινόταν δεκτικός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί σέ πενήντα ἡμέρες ἔπαιρνε τόν πλήρη φωτισμό, τήν Θέωση, τό Ἅγιο Χρίσμα, τό ὁποῖο ἦταν τό ἐφόδιό του, ἡ δύναμή του γιά νά παραμείνει σ’ αὐτήν τήν κατάσταση τῆς θεώσεως σ’ ὅλη του τήν ζωή.
- Ἀλλά τί εἶναι ἡ πλήρης φώτιση τοῦ ἀνθρώπου;
Εἶναι ἡ ἐπίσκεψη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἰς τόν νοῦν τοῦ ἀνθρώπου,δηλαδή εἰς τήν καρδίαν τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ νοῦς ἔχει ὡς τόπο νά παραμένει τήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Ὅπως ἔχουμε πεῖ, ἐπειδή εἴμαστε ἄρρωστες προσωπικότητες, ἔχει φύγει ἡ ἐνέργεια τοῦ νοῦ ἀπό τήν καρδιά καί εἶναι χυμένη ἐδῶ κι ἐκεῖ, εἶναι στόν ἐγκέφαλο, εἶναι στά κτίσματα, εἶναι καί στίς αἰσθήσεις. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος θεραπευτεῖ, αὐτή ἡ ἐνέργεια τοῦ νοῦ ἐπανέρχεται στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου κι ἐκεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα βρίσκει τόν νοῦ καί ἑνώνεται. Αὐτή ἡ κατάσταση τῆς ἑνώσεως τοῦ νοῦ μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα λέγεται πλήρης φώτιση ἤ ἀλλιῶς θέωση.
Ὅπως, δηλαδή, κατά τήν Πεντηκοστή ἔγινε ἡ πλήρης φώτιση τῶν Ἀποστόλων μέ τήν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό ἴδιο θέλει ἡ Ἐκκλησία νά ἐπαναλαμβάνεται σέ κάποια στιγμή τῆς πνευματικῆς του πορείας σέ κάθε πιστό μέλος της. Ὅλοι δηλαδή πρέπει νά τήν πάθουμε τήν θέωση.
Δηλαδή ἡ ὅλη διαδρομή τῆς κατηχήσεως τῶν νεοφωτίστων στήν ἀρχαία Ἐκκλησία τελείωνε μέ τήν προσωπική τους Πεντηκοστή, δηλαδή μέ τήν ἐπίσκεψη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό ὁποῖο ἔρχεται καί κατοικεῖ μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου καί προσεύχεται γιά χάριν του.Καί ἐμεῖς ἔχουμε πάθει τήν θέωση γιατί κι ἐμεῖς ἐχουμε πάρει τό Ἅγιο Χρίσμα.
- Ἀλλά τότε γιατί δέν ζοῦμε ὡς θεωμένοι ἄνθρωποι καί εἴμαστε γεμάτοι πάθη;
Γιατί ἀκριβῶς ἔχει ἐπακολουθήσει τό μπάζωμα, ὅπως ἔλεγε ὁ π. Παΐσιος, μέ τά πάθη καί χρειάζεται πάλι ἡ κάθαρση καί ἡ ἐπανάληψη αὐτῆς τῆς διαδικασίας τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θέωσης. Φυσικά αὐτή ἡ πλήρης φώτισις -στούς πρώτους χριστιανούς- δέν συνέβαινε σέ ὅλους σέ τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, στίς πενήντα ἡμέρες, διότι δέν εἶχαν ὅλοι τίς ἴδιες προϋποθέσεις.
Βέβαια κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς οἱ Ἀπόστολοι δέν ἀπέκτησαν μόνο πλήρη φώτιση, ἀλλά ἔφθασαν καί σέ θέωση. Ὁπότε, ἐφ’ ὅσον ἡ Πεντηκοστή εἶναι τό πρότυπο τῆς πνευματικῆς τελειώσεως τοῦ ἀνθρώπου, ὁ προορισμός τοῦ κάθε Χριστιανοῦ εἶναι νά φθάσει στήν θέωση. Νά δεῖ τόν Θεόν, τόν Δημιουργόν του, δηλαδή τόν Χριστόν, ἐν δόξη.
Ὅπως τόν εἶδαν οἱ Ἀπόστολοι στό Θαβώρ. Τόν εἶδαν «ἐν δόξη». Αὐτή ἦταν ἡ θέωση. Ἡ θέωση δηλαδή εἶναι ἡ θεοπτία, τό νά δεῖς τόν Χριστό ἐν δόξη. Πολλοί τόν εἶδαν τόν Χριστό ὅταν ἦταν «ἐν σαρκί», ἀλλά δέν Τόν ἔβλεπαν «ἐν δόξη». Δέν ἦταν ἄξιοι. Κι ἀπό τούς Ἀποστόλους μόνο οἱ τρεῖς ἦταν ἄξιοι, ὄχι ὅλοι. Γι’ αὐτό πῆρε μόνο τούς τρεῖς, γιατί αὐτοί μόνο εἶχαν τέτοια πνευματική κατάσταση πού μποροῦσαν νά Τόν δοῦν. Τούς τρεῖς κορυφαίους. Καί αὐτοί Τόν εἶδαν ἐν δόξη. Αὐτό συνέβη σέ ὅλους τούς ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας. Γι’ αὐτό ἀπό τήν ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς πᾶμε ἀμέσως στήν ἑορτή τῶν Ἁγίων Πάντων.
Οἱ Ἅγιοι Πάντες εἶναι ὁ καρπός τῆς Πεντηκοστῆς, ὁ καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἔτσι καί σέ μᾶς, ἐφ’ ὅσον μποῦμε στήν διαδικασία τῆς καθάρσης, τοῦ φωτισμοῦ καί φθάσουμε στήν θέωση καί ζήσουμε τήν Πεντηκοστή μας, τήν προσωπική μας Πεντηκοστή, τήν θέωση, μετά ἐπακολουθεῖ ὁ Ἁγιασμός. Στήν γιορτή τῶν Ἁγίων Πάντων ἑορτάζουμε τήν μνήμη γενικά ὅλων τῶν θεωμένων ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας, τούς ὁποίους καλούμεθα νά μιμηθοῦμε. Αὐτή εἶναι ἡ ραχοκοκκαλιά τῆς κατηχητικῆς δομῆς τῆς Ἐκκλησίας.
Ἑπομένως θεραπευμένος ψυχικά ἄνθρωπος εἶναι ὁ Ἅγιος. Καί ὅλοι πρέπει νά γίνουμε Ἅγιοι. Ὅλα αὐτά πού μᾶς λέει ὁ π. Ἰωάννης δέν τά λέει ἀπό μόνος του, ἀλλά εἶναι καρπός μεγάλης μελέτης, μεγάλης σπουδῆς καί προπάντων ἐμπειρίας, γιατί ζοῦσε κι αὐτός αὐτή τήν κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θεώσεως. Ἀλλά ἀκόμα καί λόγω τῆς κληρονομικότητας πού εἶχε, γιατί καταγόταν ἀπό πολύ καλή οἰκογένεια. Ἡ μητέρα του ἦταν μία ἁγία γυναίκα ἀπό τήν Καππαδοκία καί παρ’ ὅλο πού ἔζησε στήν Ἀμερική ἀπό τριῶν μηνῶν, βλέπετε πόσο ὀρθόδοξος εἶναι. Ἔχει σημασία καί ἡ ρίζα, ἀλλά καί ἡ προσωπική προσπάθεια πού κάνει ὁ καθένας γιά νά φθάσει στόν σκοπό του, πού εἶναι τό καθ’ ομοίωσιν, ἡ θέωση, ἡ ἕνωση μέ τόν Θεό.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
Πηγή
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου